Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015

ΣΧΕΣΕΙΣ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΕ ΓΟΝΕΙΣ. ΕΣΩΤΕΡΙΚΕΣ ΚΑΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ.


Όλα τα βήματα που κάνει για να αναπτυχθεί και να περπατήσει ένα παιδί, και οι βοήθειες που λαμβάνει από τους Γονείς του εδώ στον φυσικό κόσμο, είναι ακριβώς τα ίδια με αυτά που πρέπει να κάνει ένας άνθρωπος που αγαπάει την έρευνα και θέλει να μάθει να περπατάει στον δρόμο της ψυχής του.

Σ'αυτόν τον εσωτερικό δρόμο οφείλει να ξεκινήσει σαν ένα παιδί, για να μάθει να περπατάει και να λαμβάνει όλες τις βοήθειες που απαιτούνται από τους Θεϊκούς Γονείς, ώστε να μπορέσει να τα καταφέρει.

Η σχέση ενός μωρού, που βγήκε από την κοιλιά της Μητέρας του, συνεχίζει να παραμένει πάρα πολύ στενή, και η σχέση αυτή κυρίως συνδέεται με την αγκαλιά και τον θηλασμό.


Η μόνη ικανότητα που έχει ένα νεογέννητο μωρό για να το προσέξει η Μητέρα του, όταν πεινάει, όταν πονάει, ή έχει κάποια άλλη ανάγκη, είναι το κλάμα.

Παρόλο που είναι ανήμπορο για το οτιδήποτε, δεν ανησυχεί και δεν νοιάζεται για τις ανάγκες του, γιατί για όλα αυτά φροντίζουν οι γονείς του.

Μόλις ικανοποιηθούν οι ανάγκες του νυστάζει και θέλει να κοιμηθεί, και είναι η ίδια η Μητέρα του που το βάζει για ύπνο.

                                            

Στην κοιλιά της Μητέρας του ζούσε στο σκοτάδι και ο ύπνος είναι η βασικότερη ιδιότητα του σκοταδιού.

Στο σκοτάδι οι αισθήσεις του ήταν σε αδράνεια. Τώρα, στο φως της ημέρας αρχίζει σιγά - σιγά να μαθαίνει απολαμβάνοντας την λειτουργία τους, μα εύκολα το φως κουράζει τα μάτια του, και πολύ γρήγορα ξαναπέφτει για ύπνο.


Το περιβάλλον που ζει είναι περιτριγυρισμένο από παιχνίδια που του αγόρασαν οι ίδιοι οι γονείς του.
Παίζει μαζί τους αναπτύσσοντας την φαντασία του, και όταν βαρεθεί με ένα παιχνίδι, τότε το αλλάζει με ένα άλλο. 


Όταν αναπτυχθεί και σοβαρέψει, τότε αφήνει τα παιχνίδια του, γιατί απλά δεν το ενδιαφέρουν άλλο.

Ένα παιδί μέχρι να γίνει ενός έτους περίπου, προετοιμάζει το σώμα και τους μύες του στην αρχή μπουσουλώντας, για το μεγάλο γεγονός να σταθεί στα πόδια του.

Ένα παιδί που γίνεται ενός χρόνου περίπου, το φυσιολογικό είναι να στέκεται στα πόδια του και να αρχίζει να περπατάει, εάν δεν το κάνει ή είναι προβληματικό ή τεμπελιάζει.

Στην αρχή οι Γονείς κρατάνε το νεογέννητο στην αγκαλιά τους, όταν αρχίζει να μπουσουλάει του δίνουν θάρρος να 'ρθεί κοντά τους, όταν αρχίζει να μαθαίνει να περπατάει το βοηθάνε πιάνοντας τα δυο του χέρια, μετά το ένα, και μετά το αφήνουν ελεύθερο. 


Ελεύθερο πια να κινηθεί χωρίς βοήθεια, θα πέσει πολλές φορές και κάποιες θα χτυπήσει, αλλά οι Γονείς του είναι εκεί για να το σηκώσουν, να το παρηγορήσουν, και να το φροντίσουν.

Με αυτόν τον τρόπο το μικρό παιδί αναπτύσσει αυτό που ονομάζουμε Πίστη.

Για να περπατήσει ένα παιδί δεν προβληματίζεται, δεν το σκέφτεται, αλλά σιγά - σιγά με την πρακτική εξάσκηση, στην αρχή μπουσουλώντας, το κάνει· απλά σηκώνεται και περπατάει.

Το να γλιστρήσει και να πέσει ένα παιδί είναι κάτι το φυσιολογικό γιατί μαθαίνει, το μη φυσιολογικό θα ήταν όταν πέσει αντί να σηκωθεί και να συνεχίσει, να παραμείνει πεσμένο κάτω.

Ένα παιδί που έμαθε να περπατάει είναι τόση η χαρά του, που έχει την τάση να απομακρύνεται από τους Γονείς του χωρίς να αισθάνεται ότι μπορεί να χαθεί, ή τους κινδύνους που το απειλούν.

Όταν νιώσει μόνο του ψάχνει την Μητέρα του, όταν φοβηθεί τρέχει στην αγκαλιά της, και αυτή στοργικά του λέει: βλέπεις γιατί δεν πρέπει να απομακρύνεσαι από κοντά μου;
                      
                     
                                                                       
Οι Γονείς ποτέ δεν αφήνουν το μικρό παιδί από τα μάτια τους, και αυτό απολαμβάνει την πλήρη προστασία που του δίνουν. 

Η Μητέρα του είναι υπεύθυνη, και εάν και αυτή έτσι το πιστεύει, να μάθει στο παιδί της να προσεύχεται, και να επικοινωνεί με το Θεϊκό του μέρος που έχει μέσα στην καρδιά του. 

Επίσης η Μητέρα του είναι υπεύθυνη να πλένει και να καθαρίζει το παιδί της, από οποιαδήποτε βρωμιά όταν αυτό λερώνεται, μέχρι σιγά - σιγά να μάθει μόνο του να εξυπηρετεί τις ανάγκες του.

 Η Μητέρα του είναι επίσης υπεύθυνη, να ταΐζει και να ποτίζει με όλα τα θρεπτικά στοιχεία το σώμα αλλά και την ψυχή του μικρού παιδιού της.

Στα δυο του χρόνια περίπου αρχίζει να μιλάει και οι πρώτες λέξεις που μαθαίνει να λέει είναι Μαμά και Μπαμπά. 

Το να μάθει να μιλάει, είναι σημάδι ότι αρχίζει σιγά - σιγά να βιώνει το νόημα των λέξεων, και τότε μέσα από τον λόγο και το βίωμα της ομιλίας, αρχίζει να δίνει στους άλλους μιλώντας.

Ένα μέρος του βιώματος αυτού είναι να κάνει πολύ βαθιές ερωτήσεις που εδώ στο φυσικό κόσμο δεν έχουν απάντηση με αποτέλεσμα πολλές φορές να φέρνει σε δύσκολη θέση του Γονείς του, αφήνοντάς τους άναυδους, αμήχανους.

Στην πραγματικότητα τι συμβαίνει μέσα σε ένα παιδί, που αρχίζει να κάνει ερωτήσεις οι οποίες δεν έχουν απάντηση;
Συμβαίνει ότι το παιδί αυτό διαλογίζεται.
Αυτό οι φυσικοί Γονείς του δεν το γνωρίζουν, γι'αυτό και μένουν αμήχανοι.

Αυτός είναι ο πραγματικός διαλογισμός, η αρχή του αληθινού διαλογισμού, όπου ο συνειδητός, τρυφερός, και κενός νους του παιδιού, έχει την ικανότητα και χάρη να αφήνει άναυδο, αμήχανο, άφωνο, τον νου των μεγάλων.

                      

Είναι λάθος οι Γονείς για να αποφύγουν την ερώτηση ή για να μην φανούν ότι δεν ξέρουν, να γεμίζουν των νου τον μικρών παιδιών με πληροφορίες που ούτε καν οι ίδιοι δεν γνωρίζουν, καταστρέφοντας με αυτόν τον τρόπο τον τρυφερό και αγνό τους νου.

Το καλύτερο είναι τόσο οι γονείς όσο και οι εκπαιδευτικοί, να δίνουν στα παιδιά τα εργαλεία, (που οφείλουν να τα μάθουν και να τα αποκτήσουν πρώτα οι ίδιοι), ώστε μόνα τους να ανακαλύπτουν τις αλήθειες στα βαθιά αναπάντητα ερωτήματα που τους γεννιούνται.

Εάν η Μητέρα είναι η εκδήλωση της δημιουργικής φαντασίας, της αγάπης, της τρυφερότητας, και της συγχώρεσης, ο Πατέρας είναι η εκδήλωση της λογικής, της δύναμης, της αυστηρότητας, συνοδευόμενη με τάξη και δικαιοσύνη.
 
                

Καθώς μεγαλώνει το παιδί αρχίζει να κάνει αταξίες, ο Πατέρας με το παράδειγμά του και με την δύναμη της λογικής, το συμβουλεύει.

Όταν η ίδια αταξία γίνεται ξανά, ο Πατέρας το συμβουλεύει με αυστηρότητα.
Εάν συνεχίσει η αταξία να γίνεται ξανά και ξανά, τότε ο Πατέρας το τιμωρεί, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν το αγαπάει, και με αυτόν τον τρόπο το παιδί μαθαίνει αυτό που ονομάζεται τάξη συνοδευόμενη όμως από δικαιοσύνη. 
Τιμωρία δεν σημαίνει δέρνω.

Το τιμωρημένο παιδάκι τρέχει στην αγκαλιά της Μητέρας του, και αυτή με την χάρη της αγάπης, της τρυφερότητας, και της συγχώρεσης, συμπληρώνει τον Πατέρα, δίνοντας στο παιδί της έτσι να καταλάβει το λάθος του.

Κάθε τι καλό ή κάθε επιτυχία του παιδιού, ανάλογα με την πράξη, επιβραβεύεται και ανταμείβεται, με ένα καλό λόγο, με μια αγκαλιά, με ένα φιλί, ή με ένα δώρο.

Ένα τέτοιο παιδί γεμίζει με πίστη, σιγουριά, και αποφασιστικότητα μέσα του, και όταν βγει στην ζωή για να την κατακτήσει, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά μέσα του, το κάνει χωρίς φόβο, και έτσι μόνο επιτυχίες μπορεί να έχει.

                


Είναι ουσιαστικό, και βοηθάει πολύ να δούμε τους εαυτούς μας σε σχέσει με τον εσωτερικό δρόμο, ότι είμαστε σαν τα μικρά παιδιά που μαθαίνουν να βαδίζουν, και ότι οφείλουμε να κάνουμε όλα τα παραπάνω βήματα, για να προχωρήσουμε. 
  
Να νιώσουμε την παιδική ηλικία μας, και την σχέση μας με τους Θεϊκούς μας Γονείς, γιατί όταν μαθαίνουμε από αυτή τη σχέση στην πραγματικότητα έχουμε μάθει να σχετιζόμαστε με τα παιδιά μας, και τότε μπορούμε να τα βοηθήσουμε ουσιαστικά. 

Πάνω σε αυτό το θέμα μπορούμε να πούμε πάρα πολλά, μα νομίζω πως αυτά είναι αρκετά για να αρχίσουμε να καταλαβαίνουμε την σχέση γονιών - παιδιού και παιδιού - γονιών τόσο στην εξωτερική ζωή μας, όσο και εσωτερικά μέσα στην ψυχή μας.